Το τσάϊ μοσχοβολούσε μέσα σε ωραιότατα φλυτζάνια με γαλάζια λουλούδια: ένα παλιό σερβίτσιο, θαύμα το πως κατόρθωσε να σωθεί από τους συλλέχτες γερμανούς, τους ηρωικούς ελασίτες και τους αφηνιασμένους νεόπλουτους της μαύρης αγοράς. Εξάλλου η οικοδέσποινα ήταν πολύ χαριτωμένη, και ήξαιρε το μυστικό να συνθέτει με σοφία τη συντροφιά των καλεσμένων της, έτσι που να δημιουργείται μια ατμόσφαιρα άνετη, ευχάριστη για όλους και πολιτισμένη. Αυτό ακριβώς που απαιτείται για μιαν ατμόσφαιρα τσαγιού.
Η κουβέντα άνθιζε, σιγανή και πρόσχαρη, μόλις αγγίζοντας την επιφάνεια των μεγάλων ζητημάτων, που κρατούν σε αγωνία την ψυχή και τη μποδίζουν να απολαύσει τις μικρές χαρές, που ωστόσο αποτελούν στο σύνολό τους αυτό που λέμε "ευτυχία" στη ζωή.
Έξαφνα μια νέα φωνή ξεχώρισε, ένας τόνος πιο δυνατός ανέβηκε τη διαπασών, και όλοι σήκωσαν τη μύτη από το φλυτζάνι.
Ήταν μια νέα κοπέλλα και μιλούσε για τις Κυριακάτικες εκδρομές της. Ο νεανικός ενθουσιασμός την παρέσυρε, και έκαμε τα μαύρα μάτια της ν' αστράψουν. Την ακούγαμε και χαμογελούσαμε με τον θριαμβευτικό τόνο που έβγαινε από τα νειάτα, από την ομορφιά και από τη χάρη αυτού του παιδιού, που μιλούσε σαν φανατικός απόστολος μιας θρησκείας, της θρησκείας του ύπαιθρου, του Ελληνικού ύπαιθρου.
Λοιπόν, την τελευταία Κυριακή είχε πάει στην Καισαριανή, χίλιες φορές να πάει στην Καισαριανή δεν τη χορταίνει. Είναι το τοπίο που της δίνει την πιο έντονη εκδρομική χαρά, που της πάει, ναι, της πάει όπως ένα φόρεμα, διαλεγμένο, κομμένο γι' αυτήν. [...] (Από την έκδοση)