- Τι 'ναι, Νίκο; - Ξέρεις τι τρέχει; μου λέει κολλώντας τα χείλη του στ' αυτί μου. - Δεν ξέρω..., του απαντώ. [...] - Σκοτώσανε έναν υπουργό! - Πώς;; Ο φίλος έψαξε με τα μάτια να δει αν τον άκουσαν. - Πότε; - Προχτές τη νύχτα. Της Δικαιοσύνης. Μου το σφύριξε ο γιος της σπιτονοικοκυράς μας, ο Στέφανος ο Παπαγιωργάκης, καθώς γέμιζε το λαγήνι του στη βρύση. Ανεβήκαμε τη σκάλα αμίλητοι. Κοντά στην πόρτα έσκυψα στ' αυτί του. - Δεν είν' ανάγκη να πεις τίποτα πουθενά, του λέω. Εγώ περιμένω κι άλλα. Ικαρία, Ασφάλεια, Βούρλα, Μακρόνησος... Η εμπειρία ζωής του Μενέλαου Λουντέμη στους χώρους εκτοπισμού και "αναμόρφωσης" αντιφρονούντων στο μετεμφυλιακό καθεστώς. Στα ασφυκτικά όρια της εξορίας και της φυλακής, ο συγγραφέας συνθέτει ένα μωσαϊκό χαρακτήρων -ο αγωνιστής, ο χωροφύλακας, ο χαφιές, ο περιθωριακός, ο προοδευτικός ιερέας- που συνυπάρχουν σε έναν χώρο-μικρογραφία της κοινωνίας των πρώτων χρόνων μετά τον Εμφύλιο, αλληλεπιδρούν και συνιστούν "καθρέφτη" μιας δύσκολης περιόδου της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. (Από την παρουσίαση της έκδοσης) Η ζωή, για να προστατευθεί απ' τους δειλούς της, φκιάχνει τους γενναίους της. Η Τυραννία όμως επεμβαίνει και τους αποσπά. Γιατί η μάζα των δειλών είναι το μόνο στρώμα απ' όπου αντλεί τα στηρίγματα της. Στηρίγματα όμως τόσο απατηλά θα είχαν από καιρό καταρρεύσει και διαλυθεί μες στο φόβο τους αν δε βρίσκονταν σε διαρκή κατάσταση μέθης. Μα το μόνο κρασί που τους μεθά είναι το αίμα των αθώων - το "κρασί των δειλών". (Μενέλαος Λουντέμης)