Δυστυχώς μεγαλώνουμε και μεγαλώνοντας, αρχίζουμε και ξεχνάμε. Όταν συνειδητοποιούμε πως ξεχνάμε, φοβόμαστε. Ο νους μας πάει πάντα στο κακό. Το καλλίτερο φάρμακο για να ξορκίσεις τον φόβο, μου λέγανε όταν ήμουν μικρός, είναι να τον διακωμωδήσεις, να τον κοροϊδέψεις, να γελάσεις μαζί του. Έτσι λοιπόν, φτιάχναμε τότε ανέκδοτα με βρικόλακες και φαντάσματα γελοιοποιώντας τους φόβους μας.
Αυτό το βιβλίο το έγραψα γιατί φοβάμαι το Alzheimer. Τo φοβάμαι γιατί το έζησα σε κοντινούς μου ανθρώπους. Είδα τι μπορεί να κάνει. Είναι άτιμο πράγμα. Σε αφήνει ανέπαφο εξωτερικά ενώ σου κάνει το μυαλό σαν ελβετικό τυρί.
Τώρα που διάβασα όμως το βιβλίο τελειωμένο, ομολογώ πως πάλι το φοβάμαι το ίδιο, αλλά αυτή τη φορά το ξόρκισα. Δεν με πήρε από κάτω.
Είναι ένα γλυκόπικρο βιβλίο. Γλυκό σαν τη ζωή και πικρό σαν το φαρμάκι. Την ίδια την αρρώστια.