Τα τελευταία χρόνια σημειώνεται ένα αυξημένο ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας διεθνώς για μια ιδιαίτερη ιστοριογραφική κατηγορία που εστιάζει στην ιστορία της καθημερινής ζωής των απλών ανθρώπων και συγκροτείται από αυτή. Η ιστορία των κοινών ανθρώπων ως ιδιαίτερο πεδίο εμφανίζεται, θα λέγαμε, με τη μελέτη των μαζικών κινημάτων του 18ου αιώνα, αν και η πραγματική άνθιση μιας τέτοιας προτίμησης εντοπίζεται παράλληλα με την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, το οποίο αποτέλεσε ένα ισχυρό κίνητρο για τη μελέτη των ανθρώπων που ανήκαν στη συγκεκριμένη τάξη. Τα απομνημονεύματα, οι αυτοβιογραφικές αφηγήσεις, οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις, οι αναμνήσεις, τα προσωπικά ημερολόγια, οι επιστολές, τα λευκώματα κ.ά.π., άρχισαν να εκλαμβάνονται ως ένα σώμα κειμένων που προσφερόταν για τη μελέτη και την ανάδειξη των αφανών δημιουργών της ιστορίας, τους οποίους η επίσημη και (εν τέλει) κλασική ιστοριογραφία φαίνεται να τους θεωρούσε "βουβούς" και να τους αγνοούσε.
Έχοντας έναν τέτοιο προβληματισμό οι μικροϊστορικοί της εκπαίδευσης δεν ασχολούνται με αυτά καθαυτά τα κέντρα της εξουσίας και τους εκπαιδευτικούς θεσμούς, παρά μόνο στο βαθμό που αυτά επηρεάζουν τη σκέψη και την καθημερινότητα των ανθρώπων μιας εποχής και στρέφονται στις μικρές ζωές των ίδιων των παιδιών, τα βιώματά τους, τις ατραπούς των σκέψεών τους, για να μπορέσουν να διευρύνουν τις ιστορικές γνώσεις τους και να μελετήσουν πώς τα παιδιά και οι νέοι αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους και τους γύρω τους.
Στο Α/ και Β/ Μέρος, επιχειρείται να αναδειχθεί ένα τέτοιο μικροϊστορικό πλαίσιο, με τη δημοσίευση δύο μοναδικών μαθητικών λευκωμάτων των αρχών του 20ού αιώνα και της περιόδου του Μεσοπολέμου, αντίστοιχα, και να διαφανεί η σημασία και η συμβολή ενός τέτοιου υλικού για την ιστορία της εκπαίδευσης και της παιδικής ηλικίας. Μέσα από τα φύλλα των λευκωμάτων αυτών ξεδιπλώνεται ο κόσμος των ρομαντικών αναζητήσεων, των ονείρων, των φιλοδοξιών, των ιδεών και των αξιών, καθώς και των συναισθημάτων και των καθημερινών προτι