Η ΘΥΣΙΑ
Έτσι βρεθήκαμε
καταμεσής της ερήμου
να πορευόμαστε
προς το άγνωστο
δίχως πυξίδα
να μας δείχνει το δρόμο
δίχως καμηλιέρη οδηγό
να χαράζει κατεύθυνση
δίχως μια πρόταση απόδρασης
από το αβέβαιο
της περιπλάνησής μας.
Βαδίζαμε
με πόδια γυμνά
πάνω στην καυτή άμμο
μ' ένα σίδερο
να πυρακτώνει το στήθος
κι έναν ανελέητο ήλιο
να ξεφλουδίζει το μέτωπο.
Προχωρούσαμε
κάθιδροι
σαν να ψάχναμε
μια νέα Διαθήκη
- σφραγίδα δωρεάς
από Χέρι Αόρατο -
που θα φανέρωνε
η φλεγόμενη βάτος
της ψυχής μας
μόνη αυτή
στην απεραντοσύνη
της ερημιάς μας.
[...]
[Από την έκδοση]