ΛΕΑΝΔΡΟΣ: Λεοντιάδης, Κίμων Λεοντιάδης. Χέρια πιθήκου, βλέμμα κουκουβάγιας και περπάτημα ελέφαντα. Τον θυμάμαι καλά.
ΠΑΥΛΟΣ: Τώρα δουλεύει μηχανοδηγός στο σιδηρόδρομο, στην καινούρια γραμμή της Κιγκόμα. Ζει με μια Μαροκινή, έχουν μαζί εφτά παιδιά.
ΛΕΑΝΔΡΟΣ: Όσα και τα θανάσιμα αμαρτήματα. (Μικρή παύση) Ώστε θυμάται ακόμη τα ψάρια;
ΠΑΥΛΟΣ: Ολόκληρα καλάθια, μου λέει, ξέχειλα μέχρι πάνω. Το ψάρεμα μαζί σου φαίνεται πως ήταν γι' αυτόν δοκιμασία. Λες και τα ψάρια σ' αναγνώριζαν κι έρχονταν κατευθείαν στο αγκίστρι σου. (Παύση) Δεν ήξερα ότι είχες τέτοιες επιδόσεις. Ποτέ δεν είχες φέρει ψάρια στο σπίτι. Τι διάολο τα έκανες; Τα πούλαγες;
ΛΕΑΝΔΡΟΣ: Τα πέταγα.
ΠΑΥΛΟΣ: Τα πέταγες; Τόσα ψάρια;
[...]