Η διανοητική κατασκευή του μακαρθισμού ως λαϊκισμού εντάσσεται σε μια επαναξιολόγηση του λαϊκισμού στο ευρύτερο πλαίσιο ενός επαναπροσδιορισμού των ιδεολογικών και πολιτικών διαιρέσεων που διενεργούνται με τη δραματική κρίση από την οποία διέρχεται η αμερικανική αριστερά μεταξύ 1945 και 1950, με την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Αποκτά κομβική θέση στην ανασύνταξη του πολιτικού τοπίου από την οποία γεννιέται ένα φιλελεύθερο λεγόμενο ρεύμα που ταυτίζεται ολοένα πιο απερίφραστα με τις κυβερνώσες ελίτ και που τελικά θα συγχωνευτεί σε μια πολιτική θέση η οποία έμελλε να χαρακτηριστεί από ορισμένους ως νεοσυντηρητισμός.
Οι υπέρμαχοι της θέσης αυτής σχηματίζουν την εικόνα της σε μια συστηματική αντιπαράθεση με έναν νεολαϊκισμό τον οποίο κατασκευάζουν ως φόντο. Έτσι, προχωρούν στην εγκαθίδρυση ενός ουσιώδους διαχωρισμού ανάμεσα αφενός σε έναν υπεύθυνο και διαχειριστικό φιλελευθερισμό ικανό για συμβιβασμούς, μένοντας ως προς αυτό πιστοί στην αμερικανική πραγματιστική παράδοση, και αφετέρου μια λαϊκιστική ψευτοπαράδοση την οποία υποτίθεται ότι προσπάθησαν να μεταφυτεύσουν στις ΗΠΑ τα διαδοχικά κύματα Ευρωπαίων μεταναστών, χωρίς όμως να καταφέρουν ποτέ στ' αλήθεια να το πετύχουν. Στην ίδια κίνηση εντάσσεται και η αποκρυστάλλωση της θέσης περί ολοκληρωτισμού, η οποία τσουβαλιάζει αδιακρίτως όλες τις μορφές ριζοσπαστισμού, αριστερές ή δεξιές, φασιστικής ή κομμουνιστικής έμπνευσης.