Πρόκειται για λογοπολεμικά σπαράγματα μιας πολυετούς προσωπικής διατριβής.
Ένα κείμενο επιθετικής παρατήρησης του εγώ, της ιστορίας, του χώρου, του χρόνου, του Κόσμου, του Θεού και του έρωτα.
Δεν είναι ποίηση, δεν είναι πεζό, ούτε αφήγηση ή πρόζα.
Είναι γκροτέσκος πόλεμος με Λόγο: καταστροφή, αναγέννηση και εξάχνωση μέσω του Λόγου. Η τέχνη απουσιάζει εσκεμμένα ή ίσως πρόκειται για μια «ψυχωτικοσουρεαλιστική ναΐφ τεχνοτροπία» –αν θα χρειαζόταν να μπει μια ταμπέλα.
Ο Λόγος αποσυντιθέμενος, φέρελπι λίπασμα για πνευματικούς καρπούς. Θαυμαστής του οπλοστασίου της σύγχρονης αστροφυσικής και της αρχαίας σοφίας, με εφαλτήριο τον Ήλιο που κοιμήθηκε, ο συγγραφέας στην έσχατη συνθήκη –παραφράζοντας τον Παράδεισο σε «Παράβυσσο», ψηλαφεί τα θραύσματα από καθημεραιώνιες ανοησίες, μάχες του νου, κορυφές και αβύσσους, θαύματα και εγκλήματα και πειρατικά εφορμά για ν’ αρπάξει το μερίδιο του θησαυρού που του αναλογεί.
Είναι γραμμένο με μια καταιγιστική ροή Λόγου, που θα καθηλώσει τον αναγνώστη που γεννήθηκε στο μεταίχμιο των Κοσμικών Εποχών, αλλά και τον αναγνώστη που τώρα γεννιέται —βιολογικά ή συμβολικά— σε ένα Νέο Κόσμο –μα πάντα ίδιο, ενώ κι ο Κόσμος γεννιέται μαζί του.
Μας προκαλεί και μας προσκαλεί σε μια εναγώνια —και ενίοτε αστεία, άγρια, ζωώδη, φιλοσοφική— πορεία, με στόχo τι άλλο;… αρκεί ο Κόσμος να πάρει τη μορφή Μας. «Θα επέλθει μια κατάσταση μη ανθρώπινη? κι αυτό είναι καλό» όπως γράφει στον επίλογό του.