Η Μαργαρίτα ήταν μόλις οχτώ χρόνων όταν οι γονείς της την έστειλαν παραδουλεύτρα σ’ ένα αρχοντικό στην πόλη. Στα δεκατρία της, το αφεντικό την εκμεταλλεύτηκε και, αφού της πήρε το παιδί της, την πέταξε στον δρόμο. Τότε, εκείνη τυχαία ανακάλυψε την κλίση της στον χορό και την έκανε επάγγελμα. Έγινε χορεύτρια σε καμπαρέ. Έτσι άρχισε το μοναχικό ταξίδι μιας γυναίκας που η μοίρα τη χτύπησε αλύπητα. Αλλά δεν το έβαλε κάτω. Έπεφτε και ξανασηκωνόταν με πείσμα, προκειμένου να κερδίσει την υπόληψη μιας άσπλαχνης κοινωνίας που δε συγχωρεί και να βρει το χαμένο παιδί της. Η ζωή της ήταν ένα δάσος από άντρες που την αγάπησαν, τη δίδαξαν, την ξεγέλασαν ή την πρόδωσαν. Στη μέση του δάσους το πιο ψηλό δέντρο την παρακινούσε να μη σταματά την ανοδική πορεία. Έτσι, η Μαργαρίτα κατόρθωσε να αποκτήσει ό,τι επιθυμούσε: δόξα και χρήμα. Μόνο που ξέχασε να επενδύσει στην αγάπη και τη φιλία. Και αυτό η ζωή δεν της το συγχώρησε ποτέ.