Η Andalus, με άλλα λόγια ένα συντριπτικά μεγάλο τμήμα της Ιβηρικής που κατακτήθηκε από Άραβες και Βέρβερους Μουσουλμάνους τον όγδοο αιώνα, υπήρξε το μακροβιότερο Ισλαμικό κράτος στη δυτική Ευρώπη. Κυριάρχησε, αν και με προοδευτικές εδαφικές απώλειες, για οκτακόσια περίπου χρόνια στα δυτικά σύνορα των Ευρωπαϊκών Χριστιανικών ηγεμονιών τον Μεσαίωνα εντελώς αποκομμένο από τα μεγάλα Μουσουλμανικά κέντρα της Ανατολής είτε σαν επαρχία του χαλιφάτου της Δαμασκού, είτε με τον μανδύα ανεξάρτητης Ομμεϋαδικής αρχής και φορείς από τα μέσα του όγδοου μέχρι τις αρχές του ενδέκατου αιώνα το εμιράτο και στη συνέχεια το χαλιφάτο της Κόρδοβας, είτε σαν σύνολο κρατιδίων, των λεγόμενων taifas, επί ένα περίπου αιώνα ανεξαρτήτων και στη συνέχεια επικυριαρχούμενων από Αλμοαραβίδες και Αλμοχάδες, είτε με τη μορφή της εξουσίας των Νασριδών σουλτάνων της Γρανάδας, ικανής να ανθίσταται από τις αρχές του δέκατου τρίτου αιώνα και για περίπου διακόσια πενήντα χρόνια στην προέλαση των στρατών των Χριστιανικών βασιλείων της Ιβηρικής.
Με σημαντική συνεισφορά στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, η Andalus υπήρξε με την πάροδο του χρόνου θέατρο αξιομνημόνευτης προσπάθειας καλλιέργειας συνθηκών ουσιαστικής συμπόρευσης Χριστιανών και Μουσουλμάνων, σπέρματα της οποίας, ανιχνεύονται σε πολλές πράξεις πολιτικής και οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των ηγετικών προσωπικοτήτων των δύο πλευρών καθώς και στην πολύχρονη ειρηνική συνύπαρξη των οπαδών αυτών μονοθεϊστικών θρησκειών τόσο σε Χριστιανικά κέντρα όσο και σε περιοχές ελέγχου των Μαυριτανών. Αν η Ιβηρική μπορούσε να παραμείνει ανεπηρέαστη από τις τότε εξελίξεις στον υπόλοιπο γνωστό κόσμο, το παραπάνω πείραμα ίσως και να είχε κάποια ελπιδοφόρα κατάληξη. Όμως η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, το φιάσκο των Σταυροφοριών, η ραγδαία ενδυνάμωση των Οθωμανών και ο κυριαρχικός ρόλος της παπικής Εκκλησίας και της Ιεράς Εξέτασης κατέστησαν αναπόφευκτη την ολοκλήρωση της λεγόμενης Reconquista, αιτία για οριστικό ενταφιασμό των πρωτοποριακών αυτών προσδοκιών, η οποία είχε