Στη Δόνα Ροζίτα, τη γεροντοκόρη, ο οργασμός των λουλουδιών φτάνει σ’ ένα δαιμανισμένον ανεμοστρόβιλο, σ’ έναν ξέφρενο χορό από πέταλα, που πνίγει όλα τ’ άλλα γλωσσικά σύμβολα. Όλα τα πρόσωπα μιλούνε με τη γλώσσα των λουλουδιών. Όλα τα πράγματα εκφράζονται μ’ ανθισμένες λέξεις. Ο καιρός που περνά είναι το χαμομήλι του βουνού. Τα μάτια του αγαπημένου είναι δειλινά με παπαρούνες. Τα κουτσομπολιά είναι τσουκνίδες. Ο άκαρπος βραδινός περίπατος των κοριτσιών είναι πονεμένο γιασεμί. Η λαβωματιά του έρωτα είναι άλικο γαρίφαλο. Η αφρισμένη θάλασσα είναι γεμάτη νάρδους. Και, σαν ο ήλιος βασιλεύει, η μέρα λιποθυμάει μες στις βιολέτες του νερού. Και φυσικά, στο κέντρο, βρίσκεται η θλιβερή μπαλάντα του τριαντάφυλλου, που το πρωί είναι φλογερό και κόκκινο, που τ’ απόγεμα γίνεται άσπρο σαν τ’ αλάτι του γιαλού, και που, όταν πέφτει η νύχτα, σιγανά μαραίνεται.