Ο αναγνώστης προστρέχει στον χάρτη για να εντοπίσει την πληροφορία, να τη διαφοροποιήσει από το σύνολο, να την κατατάξει να την ταξινομήσει και τέλος να της αποδώσει μετρήσιμα χαρακτηριστικά. Τις περισσότερες φορές όμως βρίσκεται αντιμέτωπος σε ένα νέο ερμηνευτικό πρόβλημα. Πρέπει να αποκωδικοποιήσει, να διαβάσει, να ερμηνεύσει. Επιφάνειες υπερφορτωμένες, επίδειξη άνευ σημασίας φωτορεαλιστικών ανάγλυφων, χρήση ασύμβατων χρωματικών συνδυασμών, ονοματολογία που εξάρει φαινόμενα δευτερεύουσας σημασίας κλπ. Ο χάρτης είναι ένα επικοινωνιακό τεκμήριο. Οφείλει να είναι κατανοητός σχεδόν αντανακλαστικά. Η κατασκευή ενός χρήσιμου χάρτη σημαίνει γρήγορες απαντήσεις στα ερωτήματα και όχι βέβαια οπτική τέρψη του αναγνώστη. Μια σειρά πολύπλοκων ποιοτικών και ποσοτικών ζητημάτων πρέπει να φτάνουν με ευκολία και αμεσότητα στον αποδέκτη. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι χάρτες υπολείπονται αυτού του στόχου. Όπως ο λόγος διαθέτει γραμματική και συντακτικούς κανόνες το ίδιο συμβαίνει με την οπτική γλώσσα. Οφείλει κάποιος να γνωρίζει του κανόνες και τις αρχές που τη διέπουν. Τι είναι αυτό που μπορεί να συμβάλει στην ορθή παραγωγή ενός χάρτη; Είναι η γνώση της (γραφικής) σημειολογίας του. Η έννοια της οποίας προσδιορίσθηκε, αναλύθηκε και κωδικοποιήθηκε από τον Jaques Bertin τη δεκαετία του εβδομήντα. Τη γραφική σημειολογία της χαρτογραφικής εικόνας και τη μεθοδολογία δημιουργίας ενός τεκμηρίου ικανού να προσδώσει στο χάρτη το μέγιστο της επιστημονικής και επικοινωνιακής του δυνατότητας, πραγματεύεται το παρών πόνημα που για πρώτη φορά εμφανίζεται στην ελληνική, ως αυτοτελές αντικείμενο μελέτης.