Εκτός από τον Νίκο Καζαντζάκη, του οποίου το ταξίδι στο Τολέδο έλαβε διαστάσεις πνευματικού προσκυνήματος, και τους Γιάννη Σμαραγδή και Βαγγέλη Παπαθανασίου, κανείς άλλος Έλληνας, μήτε ξένος, μπόρεσε ποτέ να μπει στην ουσία του έργου του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Μάλιστα, το πλησίασμα από τους κριτικούς και θεωρητικούς της τέχνης πάνω στο υπερκόσμιο δημιούργημά του θυμίζει την ιστορία που είχε πει ο Βούδας για την Αλήθεια, την οποία παρομοίασε με ελέφαντα, και τους αναζητητές της με τυφλούς που μάταια πάσχιζαν να καταλάβουν τι ήταν. Ο ένας άγγιζε την προβοσκίδα, ο άλλος το πόδι, ο τρίτος το αυτί, κάποιος την ουρά.
Για όλους αυτούς το ζωγραφικό corpus του Γκρέκο εξακολουθεί να παραμένει μία μυστηριώδης σκοτεινή νήσος, μία terra incognita, όπου καθένας κάνει κατά το δοκούν τις δικές του προβολές, αδυνατώντας να δει την πλήρη, αληθινή εικόνα. Γιατί αυτό που βλέπει δεν είναι παρά η πολλαπλή, απατηλή αντανάκλασή της πάνω στο πανί του θεάτρου των σκιών…
Αυτή την πλήρη, αληθινή εικόνα έρχεται ύστερα από τετρακόσια και πλέον χρόνια να αποκαλύψει με τη θαυμαστή, προικισμένη του γραφή ο Μίμης Τσακωνιάτης, χρησιμοποιώντας ως βατήρα του τη μνημειώδη ταινία του Κρητικού σκηνοθέτη.