ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΩΣ
Βαδίζω σ’ ένα έρημο νησί, που χτυπά
στην καρδιά μιας έρημης χώρας.
Ό,τι αποσπά το βλέμμα μου, ολόγυρα,
κομμάτια χέρσων χωραφιών περιφραγμένα
με σκουριασμένα θλιβερά συρματοπλέγματα
για να γνωρίζει ο περαστικός πως κάποιοι τα ορίζουν,
πως είναι ιδιόκτητα κι έχουν του νόμου την προστασία.
Ελεύθερα ι δ ι ο κ τ η σ ι α κ ώ ς παραμένουν για την ώρα
τα φαλακρά βουνά, οι άνεμοι και το νερό
όταν ακόμα πέφτει από το σύννεφο στη γη.
Τα πάντα σε κομμάτια, τίποτε ολόκληρο
ή μοιρασμένο ποτέ δίκαια στον κόσμο.
Αλλά το πιο σημαντικό δεν είν’ αυτό.
Είναι το μάταιο της υπόθεσης εν γένει.
Πραγματικός ιδιοκτήτης μονάχα του σαρκίου του
τυγχάνει ο καθένας. Κι ένοικος σε όλα τ’ άλλα.