Ο ίδιος ο Χέγκελ θεωρούσε πώς κάθε συστηματική ενασχόληση με τη φιλοσοφία εν γένει και κάθε κατανοητική θεμελίωση επί μέρους φιλοσοφικών κατευθύνσεων, όπως είναι η δική του φιλοσοφία της φύσης και του πνεύματος ή η φιλοσοφία του Δικαίου, συνδέεται αναπόφευκτα με την επιστήμη της Λογικής. Η εγελιανή Λογική περιλαμβάνει σε ένα πρώτο τμήμα, υπό τον τίτλο "αντικειμενική Λογική", τη διδασκαλία περί του Είναι και τη διδασκαλία περί της ουσίας, σε ένα δεύτερο, δε, τμήμα, υπό τον τίτλο "υποκειμενική Λογική", τη διδασκαλία περί της έννοιας. Το βιβλίο που μεταφράζουμε εδώ είναι το δεύτερο τμήμα: η "υποκειμενική Λογική" και αποτέλεσε για τον Χέγκελ αντικείμενο διαρκούς μέριμνας και επεξεργασίας. Το εν λόγω έργο κυκλοφορεί, για πρώτη φορά, το φθινόπωρο του 1816, ενόσω ο Χέγκελ υπηρετεί ακόμα ως γυμνασιάρχης σε ένα Γυμνάσιο της Νυρεμβέργης. Η όλη δομή του δεν διακρίνεται για τόση και τέτοια συνεκτικότητα και κλειστότητα, όσο τα δύο πρώτα βιβλία της επιστήμης της Λογικής. Αυτό ωστόσο δεν έχει να κάνει τόσο με τις επαγγελματικές υποχρεώσεις του φιλόσοφου, όπως λέει ο ίδιος, όσο με μια μόνιμη έγνοια του μάλλον για τελειότητα ενός έργου, το οποίο θεωρούσε ως το αποκορύφωμα της επιστήμης της Λογικής και μαζί όλης του της φιλοσοφίας.