Μια Πορτογαλίδα μοναχή, η Μαριάνα Αλκοφοράδο, απευθύνει στον Γάλλο αξιωματικό που την έχει εγκαταλείψει πέντε γεμάτες πάθος και λυρισμό επιστολές: "Άραγε, αυτή η απουσία, που ο πόνος μου, όσο επινοητικός κι αν είναι, δεν βρίσκει λέξεις αρκετά φρικτές να τη χαρακτηρίσει, θα μου στερήσει μια για πάντα αυτά τα μάτια που μέσα τους καθρεφτιζόταν τόσος έρωτας;" Στον πόνο της, όμως, και στο παράπονό της, μοναδική απάντηση είναι η επίμονη σιωπή του εραστή της.
Τρεισήμισι περίπου αιώνες έχουν περάσει από τότε πού εκδόθηκαν οι "'Ερωτικές επιστολές Πορτογαλίδας μοναχής". Διάφορες επιστημονικές έρευνες προσπάθησαν να εξιχνιάσουν το μυστήριο τους. Ποιά ήταν αυτή η γυναίκα -αν όντως επρόκειτο για γυναίκα- που έγραψε από το μακρινό μοναστήρι της στη Λουζιτανία πέντε ειλικρινείς και φλεγόμενες επιστολές, γεμάτες αγωνία και ελπίδα, προτού η αναχώρηση του εραστή της τη βυθίσει στην απόγνωση; Ποιό ήταν αυτό το βουβό πρόσωπο, ο άκαρδος εραστής, ο νεαρός Γάλλος αξιωματικός που έμεινε μαζί της όσο χρειαζόταν για να την αποπλανήσει και επιστρέφοντας στη χώρα του στέλνει απλώς μερικές ψυχρές επιστολές τις όποιες γνωρίζουμε μόνο απ' την ψυχική ερήμωση που προκάλεσαν στη μοναχή; Αλλά οι ταυτότητες τελικά δεν έχουν και τόση σημασία. Αυτό που μας αγγίζει είναι η φωνή της εγκαταλελειμμένης ψυχής, ιστορία διαχρονική, όταν το πάθος προσκρούει στον Άλλον, χώρα άγνωστη που απομακρύνεται. Για μιαν ακόμη φορά, η φωτιά που συναντάει τον πάγο.
Όταν το 1669 ο βιβλιοπώλης Barbin εξέδωσε αυτές τις "Πορτογαλικές επιστολές μεταφρασμένες στα γαλλικά", τις παρουσίασε ως αυθεντικές, η δε επιτυχία που συνάντησαν οφείλει πολλά στην αφοπλιστική ειλικρίνεια αυτής της φωνής, για την οποία ούτε ο Σταντάλ, για παράδειγμα, δεν αμφέβαλλε ότι ανήκε πραγματικά σε κάποια μοναχή. Μπορεί τώρα πια σχεδόν όλοι να συμφωνούμε ότι οι επιστολές αυτές γράφτηκαν από τον υποκόμη Γκιγιεράγκ, οι καταστροφικές ωστόσο συνέπειες του πάθους θα αποκαλύπτονται πάντα απ' τη φωνή της Μαριάνας, σ' αυτές τις σελίδες που έρχονται να εγκαιν