[...] Δύο, λοιπόν, ήσαν τα πραγματικά κίνητρα που ώθησαν τον Βούλγαρη στην απόφαση να αναλάβει την τόσο εσπευσμένη αυτή διπλή συγγραφική δραστηριότητα, όπως αποδεικνύεται με σαφήνεια μέσα από τις ανωτέρω δικές του μαρτυρίες. Και τα κίνητρα αυτά, όπως πάλι αναλύονται από τον ίδιο τον συγγραφέα, εξυπηρετούσαν δύο παράλληλους στόχους: αφ' ενός μεν την πρόθεσή του να εκθέσει λεπτομερέστερα στο ορθόδοξο αναγνωστικό του κοινό την εχθρική στάση της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας έναντι των ορθόδοξων πληθυσμών με αφορμή το "Δοκίμιο" του Βολταίρου, και αφ' ετέρου την επιθυμία του να το προφυλάξει από τις κακοδοξίες του Γάλλου φιλοσόφου στο ζήτημα της θρησκευτικής ανοχής ελέγχοντας και απορρίπτοντας συνολικά τα σχετικά επιχειρήματά του.
[...] Οι διαπιστώσεις αυτές δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας ως προς τα κίνητρα και τις πραγματικές επιδιώξεις του Βούλγαρη, όταν ανέλαβε να μεταφράσει το "Δοκίμιο" του Βολταίρου και συγχρόνως να συγγράψει και το δικό του "Σχεδίασμα περί Ανεξιθρησκείας". Και δεν είναι ως εκ τούτου τυχαίο, ότι η ριζική του διαφωνία προς τις σχετικές απόψεις του Βολταίρου την εξέφρασε κατ' αρχήν σε πολλές από τις σημειώσεις του. Εκεί, λοιπόν, για πρώτη φορά αντέκρουσε βήμα προς βήμα τον ορθολογισμό και τη θρησκευτική αδιαφορία του Γάλλου φιλοσόφου και με εκτεταμένες δικές του αναλύσεις περιέγραψε τις πρώτες βασικές αρχές της ορθόδοξης διδασκαλίας για τη θρησκευτική ανοχή. Επειδή όμως στις σημειώσεις του δεν μπορούσε να υπερβεί τη θεματολογία που οριοθετούσαν οι αναφορές του Βολταίρου σε συγκεκριμένες μόνον όψεις του ζητήματος της θρησκευτικής ανοχής, θεώρησε αναγκαίο και χρήσιμο για το ορθόδοξο αναγνωστικό του κοινό να προχωρήσει στη συνολική διαπραγμάτευση του ζητήματος, με τη συγγραφή του δικού του "Σχεδιάσματος περί της Ανεξιθρησκείας".
[...]
(απόσπασμα από το βιβλίο)