Στην ελληνοαγγλική αυτή έκδοση οι συγγραφείς παρατηρούν ότι τα τελευταία χρόνια η πολιτική συνδέεται συχνά με όρους κρίσεων και φόβου, με παραδείγματα την τρομοκρατία, την οικολογική και οικονομική κρίση και εσχάτως την πανδημία. Η ζωή έχει αναχθεί σε υπέρτατη αξία και αυτό αναβαθμίζει το φόβο σε κυρίαρχο συστατικό της πολιτικής. Παρατηρούν ότι, όσο πιο ασφαλής γίνεται ο κόσμος, τόσο παγιώνεται ο εθισμός στο φόβο.
Παράλληλα, επισημαίνουν ότι η γλώσσα ασθμαίνει να περιγράψει και να αναπαραστήσει εναλλασσόμενες σκληρές ή και βάρβαρες πραγματικότητες. Τη στιγμή που χρειαζόμαστε ονόματα να περιγράψουμε καινούργιες καταστάσεις, χρειαζόμαστε περισσότερα ονόματα για να μιλήσουμε για πρώην «πράγματα», που σείονται ή αποσυναρμολογούνται μπροστά σε ασυμμετρίες και μετακινούνται ασταμάτητα.
Αναλύουν την γλώσσα του φόβου και υπογραμμίζουν ότι, ειδικά στην περίπτωση της πανδημίας, η επίκληση των ειδικών, αν και απολύτως αναγκαία, κινδυνεύει να αυξήσει την καχυποψία πληθυσμιακών ομάδων, επισημαίνοντας ταυτόχρονα την εξάπλωση ενός διάχυτου φόβου στα κοινωνικά δίκτυα.