«Αν είχε γράψει η Εύα τη Γένεση, πώς να ήταν άραγε η πρώτη νύχτα έρωτα του ανθρώπινου γένους; Η Εύα θα άρχιζε δηλώνοντας πως δεν είχε γεννηθεί από κανένα παΐδι, ότι δεν γνώριζε κανέναν όφι, ότι δεν πρόσφερε μήλα σε κανένα, και ότι ο Θεός δεν της είπε ποτέ ότι θα κοιλοπονάει στη γέννα, κι ότι ο άντρας θα είναι το αφεντικό. Όλα αυτά είναι σκέτα ψέματα, δηλώσεις του Αδάμ στον Τύπο».
Οι "Γυναίκες" είναι ο ύστατος αποχαιρετισμός του Εδουάρδο Γκαλεάνο στους αναγνώστες του, αποχαιρετισμός εσπευσμένος, μια και ο ίδιος δεν πρόλαβε να δει τυπωμένο το βιβλίο του πριν φύγει από τούτο τον κόσμο. Πρόλαβε τουλάχιστον να ετοιμάσει αυτή την ανθολογία - φόρο τιμής στη Γυναίκα, που τόσο κεντρική θέση είχε στη σκέψη, στο έργο και στη ζωή του γενικότερα. Με τη χαρακτηριστική του ποιητική πρόζα, μιλάει για γυναίκες που άφησαν το δικό τους στίγμα στην ιστορία, ανασύρει από τη λήθη συλλογικά κατορθώματα γυναικών, μιλάει για τις ρίζες του μισογυνισμού, για γυναίκες που αψήφησαν την κυρίαρχη ανδρική ερμηνεία της πραγματικότητας. Και όπως η γυναίκα με την οποία ξεκινά το βιβλίο, η Σεχραζάντ από τις "Χίλιες και μια νύχτες", αφηγείται ιστορίες στον βασιλιά για να μην τη σκοτώσει, έτσι και ο Γκαλεάνο, ένας μάγος της γλώσσας, αφηγείται τις ιστορίες του για να μην αφήσουμε τη μνήμη να πεθάνει, γιατί η μνήμη χτίζει το μέλλον