Το ηρακλείτειο παιγνίδι του αιώνιου παιδιού είναι μια ελεύθερη δραστηριότητα, διαφορετική από τις εκδηλώσεις της μαζικής νοοτροπίας, διαρκώς επαναλαμβανόμενη, μη έχοντας μιμητική αλλά μεθεκτική σχέση προς τον κοσμικό λόγο. Το παιδί παίζει τον λόγο και τον νόμο του κόσμου. Με την μή-σοβαρότητά του παίζει κάτι το πολύ σοβαρό. Ωστόσο, από άλλη έποψη, το παιδί παίζει με ευλαβική σοβαρότητα, καθιστώντας αυτό που κάνει ιερό, μέσα στο πλαίσιο μιας πραγματικής τελετουργίας. Η δίσημη και αμφίλογη αυτή παιδική στάση αποκαλύπτεται αυτούσια στην αμφίθυμη αντίδραση του παιδιού, όταν τυχόν εσωγενείς ή εξωγενείς, ως προς το παιγνίδι, δυνάμεις χαλάσουν την διαδικασία της πεττείας: το παιδί άλλοτε γελά κι άλλοτε εκδηλώνει την οργή του. Η αιώνια αθωότητα, μέσα στο τελετουργικό του παιγνιδιού της, ξεδιπλώνει την δημιουργική της δύναμη, αποτυπώνοντας σ' αυτό την αλήθεια της αρμονίας των εναντίων, καθώς επίσης και εκείνην της γένεσης και της φθοράς. Και τούτο συνιστά το βάθος της ποίησης και της τέχνης. Ωστόσο, και σ' αυτό ακόμη το παιχνίδι του αιώνιου παιδός, η λογική και η μεταλογική προσέγγιση της κοσμικής τάξης παραμένουν, έτσι καθώς το θέλησε η έσχατη ενδοχώρα του Όντος, άδηλες και κρύφιες.