ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΣΧΑ
Αγάπη μου,
Σ’ ένα βιβλιοπωλείο τις προάλλες
ανάμεσα σε μυριάδες στοίβες βιβλίων
ατάκτως ερριμμένων σε αλουμινένια ράφια
κι ανάμεσα σε μπάμπουσκες, γυαλιστερές καρτ ποστάλ
και στυλό Πάρκερ σε γυάλινες βιτρίνες
βρήκα ένα βιβλίο
που έλεγε πως ο Σταντάλ έμαθε να γράφει λιτά
διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας τις διαταγές
του Ναπολέοντα στη μάχη
και πως ο Καρτέσιος πέθανε από εξάντληση
γιατί ξυπνούσε καθημερινά στις πέντε τα χαράματα
να κάνει μάθημα φιλοσοφίας
στην πριγκίπισσα της Σουηδίας
και πως τα πτώματα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
έζεχναν, γεμάτα ψείρες, εκζέματα και πύον
- κι ας μην ανήκαν σε στρατιώτες.
Αγάπη μου,
Ένας άνδρας με προσπέρασε εχθές στο δρόμο,
ήταν πάνω από ογδόντα. Φορούσε ένα χοντρό πουλόβερ
πολυκαιρισμένο, με ρόμβους σε φιστικί, καφέ και γκρι
κι ένα νάιλον μπουφάν, με νάιλον επένδυση
κι ένα από αυτά τα παντελόνια που μένουν ατσαλάκωτα
και μπεζ. Μόλις είχα μπει
στο πάρκο των Κοσμοναυτών,
με το σφυροδρέπανο στην είσοδο να φωτίζεται μια μπλε,
μια πράσινο, μια κόκκινο -σαν ντισκομπάλα. Πίσω απ’ την πλάτη του
χάλκινοι εργάτες κι εργάτριες σήκωναν στάχυα δέκα μέτρα ύψος
και πιτσιρίκια έκαναν ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες
και ροζ κράνη.