Δεν θα απείχαμε πολύ από την πραγματικότητα, αν λέγαμε πως και οι εποχές αλλάζουν, μα πάντα ίδιες μένουν. Ήθη και συμπεριφορές διαφοροποιούνται μεν, αλλά καθώς αφορούν ανθρώπους, σε ένα ποσοστό παραμένουν πεισματικά αμετακίνητες. Όπως, για παράδειγμα, αναλλοίωτη παραμένει ανά τους αιώνες η κοινωνική απαίτηση για συζυγική πίστη, μα και η ντροπή που επιφέρει κάθε πράξη μοιχείας.
Στη νουβέλα Η Σεβαστή, μια γυναίκα της δεκαετίας του ’50 παντρεύεται και μετακομίζει στην πόλη. Στην δεκαετία του ’60, της ανοικοδόμησης και της οικονομικής ανόδου, το ζευγάρι, ύστερα από σκληρή δουλειά, τα καταφέρνει εξαιρετικά, αλλά η ευτυχία του δεν ολοκληρώνεται καθώς δεν μπορούν να αποκτήσουν παιδιά. Γυναικολογικού τύπου αναποδιές φέρνουν την ατεκνία. Η ατεκνία με τη σειρά της οδηγεί τον σύζυγο να διαπράξει την Ύβρη, συκοφαντώντας τη γυναίκα του ως μοιχαλίδα. Η Σεβαστή αισθάνεται αδικημένη και προδομένη και ζητάει από τον συνεργό του άντρα της να αποκαταστήσει το δίκαιο. Εκείνος αρνείται, κι εκείνη επιβάλλει την Νέμεση, ώστε να επέλθει στο τέλος η Κάθαρση.