Η Τζίννυ Έλκιν είναι μια νεαρή πολλά υποσχόμενη συγγραφέας με ψυχικά προβλήματα. Κατά καιρούς έχει χαρακτηριστεί από ψυχιάτρους "σχιζοειδική... με οριακά ψυχωτικές νοητικές διεργασίες". Έχοντας δοκιμάσει ποικίλες θεραπείες, ξεκινά τελικά ατομική ψυχοθεραπεία με τον Ίρβιν Γιάλομ στα εξωτερικά ιατρεία του Πανεπιστημίου Στάνφορντ.
Το "Κάθε μέρα λίγο πιο κοντά" είναι προϊόν του θεραπευτικού τους συμβολαίου, στο οποίο συμφώνησαν να καταγράφουν χωριστά τις εντυπώσεις και τα συναισθήματά τους από κάθε συνεδρία. Στις σελίδες του βιβλίου ξετυλίγεται για πρώτη φορά η σχέση θεραπευτή και θεραπευομένου χωρίς καμία μυθοπλασία. Το μόνο φανταστικό στοιχείο είναι το όνομα της θεραπευόμενης, αφού για λόγους ιατρικού απορρήτου ήταν απαραίτητη η απόκρυψη της ταυτότητάς της. Σ' αυτή την ανταλλαγή σημειωμάτων, που μοιάζει σχεδόν σαν επιστολικό μυθιστόρημα, παρακολουθούμε τον τριανταεννιάχρονο Γιάλομ και την εικοσάχρονη ασθενή του να αγωνίζονται για την εμπέδωση μιας σχέσης οικειότητας και εμπιστοσύνης που θα συμβάλει καίρια στην ίαση.
Αλλά η μεγαλύτερη μαγεία που μπήκε ποτέ στη ζωή μου δεν είναι οι λέξεις, είναι τα αληθινά αισθήματα και οι αληθινές πράξεις, όπως να κλαίω και να χτυπιέμαι. Χάνομαι μιλώντας. [...] Καθόμουνα σαν πηλός σ' εκείνη την πολυθρόνα προσποιούμενη πως διαθέτω συναισθήματα και σχήμα.
Τζίννυ
Είναι σαν να φέρνει το δικό της γκρίζο σκηνικό και να το στήνει πολύ επιδέξια μέσα στα πρώτα λεπτά της ώρας. Πολύ σύντομα έχω μπλεχτεί στο δράμα. Νιώθω τον κόσμο όπως τον νιώθει εκείνη: μια παράξενη, αλλόκοτη, κυκλική μελαγχολία. Αρχίζω να μοιράζομαι την ίδια απελπισία.
Δρ. Γιάλομ
"Μέσα μου όμως αναρωτιόμουν μήπως πράγματι οι περιγραφές των θεραπευτικών συνεδρίων θα συνιστούσαν ένα δημοσιεύσιμο λογοτεχνικό έργο, με δύο πολύ διακριτούς χαρακτήρες και δύο αναγνωρίσιμα λογοτεχνικά στυλ, περίπου σαν ένα επιστολικό μυθιστόρημα. [...] Έπειτα από πρόταση μερικών αναγνωστών οι οποίοι θεώρησαν το χειρόγραφο δύσκολο να προσεγγιστεί χωρίς κάποιο επεξηγηματικό υλικό, αλλά