Πέντε χρόνια μετά το θάνατο του Φίλιππου Ηλιού, το τομίδιο αυτό εκδίδεται εις ανάμνησιν εκείνης της ημέρας του Μαρτίου του 2004. Ανάμνηση κριτική, με τους τρόπους τους δικούς του, που θέλω να τη μοιραστώ με φίλους και συνοδοιπόρους. Αναδημοσιεύονται, λοιπόν, στη συνέχεια, δύο από τα κείμενα που γράφτηκαν, το διάστημα που μεσολάβησε, για να νικήσουν τη σιωπή και να πατήσουν με τη γραφή το θάνατο. Επικεντρώνονται, αμέσως ή εμμέσως, σε μία επαφή κομβική με τον πρεσβύτερο ομότεχνο Κ. Θ. Δημαρά και τα συνεπακόλουθά της. Κι ίσως δεν είναι άτοπο να ξαναθυμίσω εδώ πως τον ιστορικό Φίλιππο Ηλιού, που διαμορφώθηκε στη σκληρή δεκαετία του '40, και έκτοτε πάλεψε, με λογισμό και με όνειρο, να καταλυθούν οι πέδες ποικίλων δογματισμών, τον γοήτευσαν εξαρχής διανοούμενοι που έζησαν εντός τους κοπιώδεις και οδυνηρές μεταλλαγές: σε αυτή τη χορεία, δίπλα στον Αδαμάντιο Κοραή και τον Δημήτρη Γληνό, συγκαταλέγεται και ο Κωνσταντίνος Δημαράς. Να θυμίσω ακόμη ότι, την ώρα του απολογισμού (2002), ο Φίλιππος έκρινε πως "η ενσωμάτωση του περιθωριοποιημένου Δημαρά στα θετικά της ελληνικής ιστοριογραφίας" και ο "διάλογος" των μαρξιστών ιστορικών μαζί του υπήρξε "από τα πιο γόνιμα αποκτήματα της ιστοριογραφικής σκέψης στον αιώνα μας". Ενσωμάτωση και διάλογος όπου ο ίδιος είχε διαδραματίσει ρόλο πρωταγωνιστικό. Ασφαλώς, στον μεταθανάτιο μονόλογο στον οποίο οδηγείσαι εξ ανάγκης, δεν εγκαταλείπεις εύκολα τα οικεία μονοπάτια. Στην προκειμένη περίπτωση, η αντήχηση του τομιδίου που αφιέρωσε ο Φίλιππος Ηλιού στον Κ. Θ. Δημαρά και προσφυώς το τιτλοφόρησε "Οι ασέβειες του ιστορικού" (2003) είναι αισθητή και ηθελημένη, με όλη φυσικά την τήρηση των αναλογιών. Αυτό το pastiche, όπως θα το έλεγαν οι Γάλλοι, είναι ένα ακόμη πείραγμα, καθώς απέναντι στους νεκρούς επιμένεις να συμπεριφέρεσαι όπως τότε που βρίσκονταν πλάι σου, όπως σου έμαθαν: με σεβασμό και ασέβεια. Είναι κι αυτό μια αίσθηση συνέχειας και μια παρηγοριά. (Εις ανάμνησιν)