"Γιατί δεν γίνονται μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα;" Το γνωστό ερώτημα είναι ελαφρώς παραπλανητικό. Μεταρρυθμίσεις γίνονται στην Ελλάδα, και μάλιστα πολλές. Ιδίως στην περίοδο της κρίσης υπήρξε ένα σαρωτικό κύμα αλλαγών σε όλα τα πεδία δημόσιας πολιτικής. Ωστόσο, με δεδομένους τους καταναγκασμούς της αναγκαίας αλλά βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής, οι μεταρρυθμίσεις έγιναν εσπευσμένα και πρόχειρα, μέσα από μια νομοθεσία "έκτακτης ανάγκης", υπονομεύοντας ακόμη περισσότερο τις προϋποθέσεις σχεδιασμού και υλοποίησης δημόσιων πολιτικών - συνεχίζοντας την ελληνική "παράδοση" όπου πρυτανεύει ο νομοθετικός φορμαλισμός και ο πολιτικός βολονταρισμός.
Καθώς μπαίνουμε στην μετά την κρίση εποχή, είναι εφικτό να αλλάξουμε παράδειγμα; Σε αυτή τη μελέτη επιχειρούμε να απαντήσουμε θετικά, ανιχνεύοντας τα προαπαιτούμενα ενός ορθολογικού μοντέλου σχεδιασμού και υλοποίησης δημόσιων πολιτικών (δηλαδή μεταρρυθμίσεων), το λεγόμενο Evidence-Based Policy Making, που βασίζεται στη μελέτη και την τεκμηρίωση, την καλή νομοθέτηση, τη διαφάνεια και τη διαβούλευση, καθώς και σε ένα ισχυρό συντονιστικό κέντρο διακυβέρνησης. Προτείνεται μια αλλαγή οπτικής γωνίας: από το "Γιατί δεν γίνονται μεταρρυθμίσεις;" στο "Πώς να κάνουμε καλύτερες μεταρρυθμίσεις;", δηλαδή πώς να αλλάξουμε τη θεσμική μας ναυπηγική ώστε να μπορούμε να επιδιορθώνουμε το καράβι εν πλω.