Η Μάργκο όρμηξε στο καθιστικό πανικόβλητη. "Ελάτε γρήγορα!" ούρλιαξε. "Ο Τζίτζι ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει".
Βγήκαμε τρέχοντας. Ο Τζίτζι ήταν κουρνιασμένος στο περβάζι του παραθύρου του φορώντας μόνον ένα κομμάτι πανί. Η Μητέρα ίσιωσε τα γυαλιά της και κοίταξε ψηλά. "Τζίτζι, χρυσέ μου", κελάηδησε, "δεν είναι πολύ συνετό να βρίσκεσαι εκεί". Γιατί δεν κατεβαίνεις να φάμε;"
Ο Τζίτζι κατέβηκε, αλλά όχι όπως το εννοούσε η Μητέρα. Έκανε ένα χαρωπό βηματάκι στο κενό και, με συνοδεία τις έντρομες κραυγές της Μητέρας και της Μάργκο, έπεσε προς το έδαφος. Προσγειώθηκε με πάταγο στην κληματαριά.
"Θεούλη μου!", φώναξε. "Πού είμαι;"
Το 1978, ο Ντέραλντ Ντάρελ επιστρέφει με το τελευταίο βιβλίο της Τριλογίας της Κέρκυρας, "Ο κήπος των θεών". Έχοντας συνειδητοποιήσει ότι "Η οικογένειά μου και άλλα ζώα" (1956), και το "Ζώα, πουλιά και συγγενείς" (1969), αγαπήθηκαν από ένα ευρύτερο κοινό όλων των ηλικιών, πολύ πέρα από τα παιδιά και τους εφήβους στα οποία στόχευαν αρχικά, αφήνει πιο ελεύθερο τον εαυτό του.
Σταχυολογεί αναμνήσεις από την συναρπαστική ζωή της εκκεντρικής οικογένειάς του και των παράξενων φίλων της και υιοθετεί πιο τολμηρή γλώσσα που απευθύνεται και σε ενήλικες.