Το κύριο καθήκον εκείνου που ορίζεται αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων δεν είναι μόνο να μελετά τη στρατιωτική κατάσταση, αλλά παράλληλα να παράγει σκέψη. Η αξιωματική αυτή φράση του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, βγαλμένη από απόρρητα πρακτικά συνεδριάσεων της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 1921, συμπυκνώνει τη φιλοσοφία μιας πραγματικότητας που ισχύει από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας μέχρι σήμερα: οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι ένας θεσμός που οφείλει να ασχολείται όχι μόνο με τις στρατιωτικές υποθέσεις, αλλά και με την εσωτερική και εξωτερική πολιτική και να βρίσκεται εντός του πεδίου λήψης των πολιτικών αποφάσεων. Το ενδιαφέρον σε αυτόν τον συλλογικό τόμο, με τις δεκατρείς μελέτες τούρκων στοχαστών που παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό, είναι ότι οι συγγραφείς δεν αναλώνονται απλώς στην ανάλυση της δομής και του ρόλου του τουρκικού στρατού. Τον προσεγγίζουν ως πρόβλημα. Με απλά λόγια, όπως σημειώνουν οι επιμελητές του τόμου Αχμέτ Ινσέλ και Αλί Μπαϊράμογλου, ο τουρκικός στρατός "είναι ένας θεσμός ο οποίος μιλάει πολύ σε σχέση με τους στρατούς άλλων χωρών, αλλά ταυτόχρονα ενοχλείται όταν μιλούν γι΄ αυτόν. Στις δημοκρατίες απαιτείται από τον στρατό να μην τοποθετείται για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Στην αυταρχική δημοκρατία της Τουρκίας, όμως, αυτό που πραγματικά απαιτείται είναι να μην εκφράζεται η κοινωνία για τον στρατό, και αν κάνει, να εκφράζεται μόνον επαινετικά." Τι οδήγησε, όμως στην κηδεμόνευση της κοινωνίας και του κράτους από τον στρατό; Πώς μετατράπηκαν οι περίφημοι Τούρκοι "πασάδες" σε αυτόνομη κοινωνική ομάδα; Όπως απαντούν οι συγγραφείς, αυτό που κινεί τον στρατό, ο οποίος τρέφεται καλλιεργώντας κουλτούρα φόβου, είναι η ιδεολογία εθνικής ασφάλειας και όχι ο "ατατουρκισμός".