Μέσα από τις Τρεις Ώρες, η συγγραφέας προσπαθεί να δώσει µια άλλη οπτική γωνία στις κοινές γνώσεις που έχουµε. Μια άλλη αντίληψη των πραγµάτων από αυτή που µαθαίνει ο περισσότερος κόσµος.
Οι Τρεις Ώρες, οι αδερφές των Τριών Μοιρών, προέρχονται από τη µυθολογία. Η Άννα έλεγε ότι οι Τρεις Μοίρες αντιστοιχούν στις τρεις διαστάσεις του χώρου (µιας και η µοίρα είναι γεωµετρική µονάδα µέτρησης), συνεπώς και στη γη, και οι Τρεις Ώρες στις τρεις διαστάσεις του χρόνου.
Η Άννα, µια ιδιαίτερη προσωπικότητα, είχε καταφέρει να βγάζει την ψυχή της από το σώµα της και να συνοµιλεί µαζί της. Η ψυχή της Άννας ταξίδευε στον χωροχρόνο, µιας κι ήταν η εκλεκτή του χρόνου. Φλέρταρε µαζί του, φλέρταρε µαζί της.
«Έλα, έλα να χορέψουµε», τον εκλιπαρούσε. «Να σου δώσω απόλαυση, να µου δώσεις θύµηση, να σου δώσω χαρά, να µου δώσεις αιωνιότητα. Έλα να ταξιδέψουµε µαζί, να δω µέσα από τα µάτια σου, να δεις µέσα από την ψυχή µου. Να σου δώσω σαρκική γήινη απόλαυση, να µου δώσεις άυλη χαρά. Να γνωρίσω όλες τις όψεις σου. Να αγκαλιαστώ µαζί τους. Nα χορέψω µε τη δικαιοσύνη σου, να διαπραγµατευτώ µαζί της. Nα ξαπλώσω µε τις φοβίες σου, να τις εξαλείψω».
Είχε µια ιδιαίτερη σχέση µε όλα τα άυλα. Έκανε παρέα µαζί τους.
Αγαπούσε τα ζώα. Ήταν χορτοφάγος.
Πρόσεχε τον πλανήτη. Ήταν οικολόγος. Είχε µια ιδιαίτερη σχέση µε τη γη, το χώµα, το νερό. Είµαστε κοµµάτι της, πίστευε, και στην αγκαλιά της γης ίανε τις πληγές της.
Μόνο µε τους ανθρώπους είχε θέµα. Δεν τους µπορούσε. Δεν έχουν συµπόνια, θεωρούσε.
Ο φόβος, η λογική, η τρέλα, ο έρωτας και, φυσικά, ο χρόνος ήταν η παρέα της. Περνούσε ατέλειωτες ώρες µαζί τους.
Τον φόβο τον θεωρούσε τρίτο φύλο, επειδή δεν έχει αντίθετο, για την κόλαση πίστευε ότι δεν είναι µέρος όπου πας, αλλά κάτι που κουβαλάς.
Γι’ αυτή, υπήρχε µόνο δράση κι αντίδραση.