Το κείμενο «Περί των ιε' μαρτύρων της Τιβεριουπόλεως», εκτός από τη λογοτεχνική του αξία ως αφηγηματικός πεζογραφικός λόγος είναι διδακτικό και για τις γέφυρες επικοινωνίας που χτίζει ανάμεσα στην παλιά και την αναγεννώμενη πίστη των ανθρώπων της βυζαντινής Στρώμνιτσας και της ευρύτερης περιοχής, ανάμεσα στον βυζαντινό άνθρωπο και σ' εκείνον που προσπαθεί να του μοιάσει, ανάμεσα στην ελπίδα των μηνυμάτων της ειρηνικής συνύπαρξης σ' έναν κόσμο που καταργεί τα σύνορα με την παρηγορία της πίστης και στο πολιτικό και κοινωνικό μέλλον των κατοίκων της περιοχής. Μόνο ένας πνευματικός άνθρωπος του ύψους του θεοφύλακτου μπορούσε να ξαναφέρει αυτή την αναγεννητική ελπίδα στην απόμακρη από τη βυζαντινή πρωτεύουσα περιοχή. Το "Μαρτύριον των αγίων ιε' μαρτύρων της Τιβεριουπόλεως", μας παραδίδεται από ένα και μόνο χειρόγραφο (το χφ. Barocc.gr.197) του 14ου αιώνα (1343/1344)· Οι άγιοι ιε' μάρτυρες υπέστησαν το μαρτύριο κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουλιανού, που, σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές πηγές και τους βυζαντινούς χρονογράφους, εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών της Μ. Ασίας (περιοχής Νίκαιας) και της Μακεδονίας (περιοχής Αχρίδας), ειδικότερα εκείνων που κατέστρεφαν τους ειδωλολατρικούς ναούς. Τα ονόματα των ιε' Μαρτύρων αναφέρονται στο κείμενο, στο οποίο περιγράφονται η φυγή των τεσσάρων από τη Νίκαια προς την Τιβεριούπολη, που τους ακολούθησαν και οι υπόλοιποι ένδεκα, η σύλληψη και η καταδίκη τους. Η Τιβεριούπολη δέχτηκε τα νεκρά σώματά τους και εδώ, σύμφωνα με την αφήγηση του Θεοφύλακτου, αποδεικνύονται θαυματουργοί άγιοι. Φαίνεται ότι για ένα μεγάλο διάστημα, μετά την καταστροφή του τάφου τους κατά τους σκοτεινούς χρόνους, οι άγιοι ιε μάρτυρες επανεμφανίζονται όταν οι Βούλγαροι ασπάζονται τον χριστιανισμό και αναμιγνύονται, σύμφωνα με τις έρευνες της Ν. Dragova (Starobulgarskite izvori na zitijeto za petnadeset Tiveriupolski momci of Teofilact Ochridski, "Studia Balcanica" 1(1970) 105-131) με πρωτοβουλγαρικές παραδόσεις για την ανακάλυψη των λ