Ο ιεροκήρυκας Μάρκος (16ου αι.) αναλαμβάνει, ελλείψει συστηματικής δημόσιας ελληνορθόδοξης εκπαίδευσης και με δεδομένη την εναλλασσόμενη θρησκευτική πολιτική των Ενετών έναντι των Κρητών, να διδάξει τη γλώσσα και την πίστη στο ποίμνιό του. Ζώντας σε μια ατμόσφαιρα πολιτισμικού συγκρητισμού κατακτημένων και κατακτητών, έχοντας ποιμαντική δράση στον ορθόδοξο καθεδρικό ναό της Κυρίας των Αγγέλων του Χάνδακα και καλλιεργώντας το προσωπικό του ενδιαφέρον για τα πνευματικά, ως λειτουργός και κήρυκας του ευαγγελικού λόγου, προσλαμβάνει δημιουργικά την ομιλητική παράδοση των προκατόχων του και πρωτοτυπεί στο ύφος, στη δομή και στο περιεχόμενο του Ομιλιαρίου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, συμβάλλοντας καθοριστικά στην εξέλιξη του είδους.