Αυτή ’ν’ η αιτία, αυτή ’ν’ η αιτία, ψυχή μου· ας μην ειπώ
τ’ όνομά της σε σας, αστέρια αγνά. Αυτή ’ν’ η αιτία.
Μα δε χύσω το αίμα της, δε θα πληγώσω
το δέρμα της το ασπρότερο από το χιόνι κι απαλό
σαν αγαλμάτου αλάβαστρο. Όμως πρέπει να
πεθάνει, αλλιώς θα ξεγελάσει κι άλλους άντρες.
Το φως να σβήσω και μετά το φως να σβήσω:
αν σβήσω εσένα, φλόγας όργανο, μπορώ ξανά
το πρώτο φως σου να τ’ ανάψω αν μετανιώσω·
μ’ αν μια σε σβήσω εσένα, υπέροχο αριστούργημα
εξαίσιας πλάσης, πού πια να βρω τη φωτιά
του Προμηθέα για να σου ξαναδώσω ζωή!
Άμα κόψω το ρόδι, δεν του ξαναδίνω
τη ζωντανή του ορμή, μοιραία θα μαραθεί.