Ο ταξιδιωτικός χωρόχρονος αποτελεί, μεταξύ άλλων, το διευρυμένο, ανοιχτό πεδίο των φαινομένων, τα οποία κατά κάποιον τρόπο ξαναγράφει, μάλλον αντιγράφει κατά το δοκούν, ο συγγραφέας. Ως εξειδικευμένος ταριχευτής συγκινήσεων, καλείται να γεωγραφήσει, κατά κύριο λόγο, τα πάθη και τα όνειρα των ανθρώπων, την πίστη τους σε διάφορες αξίες, βεβαίως τη χαρμολύπη των αφιξαναχωρήσεων, αλλά και τη γοητευτική παλιλλογία του ξένου κόσμου. Αποτελώντας τους πυλώνες μιας αεικίνητης γραφής οριακής αυτογνωσίας, που δόξασε πρώτος στη Δύση ο Ηρόδοτος, τα γεωφυσικά καταπιστεύματα είναι θέσει τα απώτερα, αλλά δυνάμει τα σημαντικότατα πεδία δράσης ενός εαυτού ο οποίος θέλει διακαώς να αναβαθμιστεί σε εποπτικό, κοσμικό εγώ. Έτσι αναδεικνύονται εδώ, ως σύμμαχοι και μάλιστα πάντα πιστοί, τα τοπία της Σινγκαπούρης, του Κόλπου της Γουινέας, της Κίνας, της Κορέας, της Εγγύς Ανατολής, αλλά και της Ιαπωνίας.
Η αλήθεια είναι ότι ταξιδεύουμε αενάως. Δηλαδή ακόμη και μέσα στα όνειρα των άλλων. Δηλαδή θέλοντας και μη. Το συναρπαστικότερο μέρος του ταξιδιού είναι μάλλον η ανάμνησή του. Ίσως διότι την επινοούμε σ’ έναν βαθμό. Αυτό θα πει επιστροφή.
Γ. Β.