Ο φιλοσοφικός στοχασμός των "Παρατηρήσεων πάνω στα χρώματα" αναπτύσσεται στη διασταύρωση γραμματικής και φαινομενολογίας. Και πρόκειται πραγματικά για έναν πλούσιο στοχασμό: αγγίζει ευθέως το περιβόητο ζήτημα της διαπλοκής του διαθέσιμου χρωματικού λεξιλογίου και του χρωματικού ρεπερτορίου που είναι ικανός να δει κανείς (με πολλά σχόλια πάνω στο πώς η αχρωματοψία μπορεί να σταθεί ως ένα εναλλακτικό ρεπερτόριο αντίληψης των έγχρωμων αντικειμένων)· συγχρόνως προκαλεί τη φαντασία ζητώντας μας να συλλάβουμε τι θα μπορούσε να μετρήσει, για παράδειγμα, ως «διαφανές λευκό» (π.χ. ένα διάφανο λευκό γυαλί) - κι αν δεν μπορούμε, να εξηγήσουμε γιατί. Ο αναγνώστης καλείται, λοιπόν, να δει τις "Παρατηρήσεις πάνω στα χρώματα" ως μια πρόκληση στη φαντασία του και μια πρόσκληση να δώσει προσοχή όχι μόνο στο τι βλέπουν τα μάτια του αλλά και στη λογική που διέπει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του λόγου του για όσα βλέπονται, για τις λεπτές αποχρώσεις που εντοπίζονται, για τις μορφολογικές διαφορές που υπόκεινται αυτού του τόσο καθημερινού και κοινότοπου φαινομένου - της αντίληψης των χρωμάτων.