Μέθυσοι, άσωτοι, τζογαδόροι, ληστές και διαρρήκτες, μοιχοί και μοιχαλίδες, ομοφυλόφιλοι και λάγνες γριές, δωροδόκοι και καταχραστές του δημόσιου χρήματος, δειλοί, λιποτάκτες και ριψάσπιδες... κάθε είδους περιθωριακοί και παραβάτες ξεδιπλώνονται μέσα από τους αριστοφανικούς στίχους, σέρνοντας έναν ατέλειωτο χορό παρεκκλίσεων και αποκαλύπτοντας την περιθωριακή όψη της αθηναϊκής κοινωνίας των κλασικών χρόνων. Ο ποιητής αποφασίζει να πολεμήσει αυτό τον κόσμο, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για την παρακμή της πατρίδας του. Και διαλέγει το πιο αποτελεσματικό ίσως όπλο: τη γελοιοποίηση. Γι’ αυτό οι περιγραφές του μοιάζουν με γελοιογραφίες. Οι εικόνες του μεγεθύνουν τα ελαττώματα και παραμορφώνουν με κωμικό τρόπο πρόσωπα και καταστάσεις, ταυτόχρονα όμως ενεργοποιούν τις συχνά παροπλισμένες διαδικασίες του κοινωνικού ελέγχου, που είναι και η επιδίωξη του ποιητή.