Η Γυναίκα παραμένει προσκολλημένη σε ένα πάθος, έναν έρωτα μοναδικό τον οποίο περιμένει ακόμα. Η άλλη ηρωίδα του έργου, Εκείνη, έρχεται αντιμέτωπη με το παρελθόν της και τελικά το αποδέχεται. Με την τελευταία φράση του έργου, αναγνωρίζει πως θυμάται πολύ καλά τα αντικείμενα, "το ντουλάπι, το ρολόι και το κάλυμμα του κρεβατιού", για τα οποία της έχει ήδη μιλήσει η Γυναίκα: δέχεται πως η Γυναίκα ήταν "το εν λόγω πρόσωπο", ο έρωτας Εκείνης, όταν ήταν πολύ νέα. Ο μυστηριώδης Άντρας της λεωφόρου πάσχει από μια βαριά ασθένεια και εκτιμά ακόμα και όσα στη ζωή μας φαίνονται υπό κανονικές συνθήκες δυσάρεστα, όπως το κρύο και τη βροχή, γιατί έστω κι αν δεν είναι ευχάριστα, είναι όμως κι αυτά ζωή. Θέλει, πριν πεθάνει, να δώσει στη σύντροφό του την ευτυχία, ξαναφέρνοντάς την σε επαφή με τον παλιό της έρωτα. Ο Σύζυγος (που είναι το άλλο πρόσωπο τελικά του Άντρα), κρύβει από τη γυναίκα του, από Εκείνη, το πάθος που νιώθει γι' αυτήν, από φόβο μήπως τη χάσει.