"Με το όνομα Σοφία θέλω να ξαναζωντανέψω τη μητέρα μου, η οποία είχε απόλυτο δικαίωμα να ζήσει ακούγοντας το πραγματικό της όνομα από τους δικούς της ανθρώπους, διότι πιστεύω ότι δικαιούμαι να αποτελώ κι εγώ ένα μικρό κομμάτι του μεγαλειώδους παρελθόντος του ποντιακού λαού.
Απέναντι στη θάλασσα των σαστισμένων ματιών της μητέρας μου, απορούσα πώς η θάλασσα αυτή είχε μείνει γαλάζια και δεν είχε σκοτεινιάσει. Πόσα μαύρα σύννεφα είχαν έρθει κι είχαν περάσει. Και τι δεν είχαν δει αυτά τα μάτια, όμως, είχαν μείνει καθαρά σαν τον ουρανό, βαθιά και σαγηνευτικά σαν τη θάλασσα. Αυτά τα μάτια με ταξίδευαν στους καημούς και στη θλίψη της, στα όνειρα και στα βάσανά της...".
Αρχές του 20ού αιώνα, σε ένα μικρό ελληνικό χωριό, στα παράλια του Πόντου. Η Σοφία ζει ανέμελα και ευτυχισμένα παιδικά χρόνια, ώσπου η τουρκική λαίλαπα έρχεται να ξεριζώσει την οικογένειά της, αλλά και έναν ολόκληρο λαό από τα πάτρια εδάφη του. Η Σοφία βιώνει στην πιο τρυφερή ηλικία τη φρίκη της εξορίας και των εξοντωτικών πορειών θανάτου, που έγραψαν μερικές από τις πιο μαύρες σελίδες στην Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού. Κατάφερε όμως να επιζήσει και να βρει καταφύγιο σε ένα ιεραποστολικό ορφανοτροφείο στο Χαλέπι της Συρίας.
Η Σοφία είναι μια αληθινή ιστορία επιβίωσης. Είναι η ιστορία ενός κοριτσιού, μιας γυναίκας, μιας Ελληνίδας, που μέσα από τις πιο αντίξοες συνθήκες κατάφερε να συμφιλιωθεί με μια καινούργια ταυτότητα, την αρμενική και να μεταδώσει στην καινούργια γενιά τη φλόγα και τη θέλησή της για ζωή και αξιοπρέπεια. Η Σοφία είναι η ιστορία μιας αρμενο-ελληνικής οικογένειας που έζησε τον εφιάλτη της Γενοκτονίας, είναι η ιστορία δύο λαών που τους ένωσε η σκληρή μοίρα, είναι η ιστορία μιας ολόκληρης προσφυγικής γενιάς που γλίτωσε σαν από θαύμα τον εξανδραποδισμό και τον θάνατο.