Ἡ ἰδέα τοῦ Βασίλη νὰ μεταβοῦμε καὶ ἐμεῖς στὴν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας, γιὰ προσκυνηματικὴ διακονία στὴν Ἱερὰ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, μὲ βρῆκε ἐξ ἀρχῆς σύμφωνο. Ἡ ἐπιθυμία γιὰ ἕνα τέτοιο προσκυνηματικὸ ὁδοιπορικὸ στοὺς θεοβάδιστους τόπους, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ἡ διακονία στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Σάββα, μὲ εἶχε καταλάβει γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 2008, ὅταν μελετοῦσα τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο, τοῦ μεγάλου ὑμνογράφου τῆς ἐκκλησίας μας, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ, γιὰ τὶς ἀνάγκες ὁμιλίας μου, σὲ ἐκδήλωση τῆς Ἕνωσης Ἑλλήνων Λογοτεχνῶν στὴν Ἀθήνα, στὰ πλαίσια τῆς θεματικῆς ἑνότητας, ποὺ ἀφοροῦσε τοὺς Βυζαντινοὺς Λογοτέχνες.
Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς διαδόθηκε μέσω τοῦ ἑλληνισμοῦ καὶ ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ προσκυνήματα, διατηρήθηκαν στοὺς αἰῶνες, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπὸ Ἕλληνες μοναχούς, οἱ ὁποῖοι εὑρισκόμενοι πάντα ἐν μέσῳ ἀλλόθρησκων καὶ φανατισμένων πληθυσμῶν, ἔδωσαν καὶ τὴ ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τους, μᾶς προέτρεπε στὴν ἰδέα νὰ προσφέρουμε καὶ ἐμεῖς τὶς ὑπηρεσίες μας, σὲ ἕνα ἑλληνορθόδοξο προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἡ Χριστιανικὴ πίστη συντελεῖται πρωτίστως, ὡς βιωματικὴ ὑπόθεση ἐσωτερικῆς διεργασίας πνευματικοῦ χαρακτήρα, ἀέναης ἀναζήτησης, μετὰ τῆς ἀπαιτούμενης ἑκούσιας προσωπικῆς κοπιώδους προσπάθειας, πρὸς τὴ Θεία προσέγγιση. Τὸ νὰ ὑπηρετήσουμε καὶ ἐμεῖς τὸ κατὰ δύναμη, στὸ χῶρο ποὺ θεωρεῖται ὡς ἡ μεγαλύτερη παλαίστρα τοῦ μοναχισμοῦ τῆς Παλαιστίνης, τὸ νιώθαμε ὡς ἐλάχιστο δεῖγμα δικιᾶς μας προσφορᾶς στὸν ἀγώνα τῶν μοναχῶν, γιατί ἀκριβῶς, δὲν θὰ πηγαίναμε ἁπλὰ γιὰ μία τουριστικοῦ τύπου προσκυνηματικὴ ἐπίσκεψη, ἀλλὰ γιὰ οὐσιαστικὴ προσκυνηματικὴ διακονία. Κάτι σὰν μία μεγάλη πρόκληση καὶ ἐμπειρία ταυτόχρονα....»