"Τα μάτια του μικρού θεού":
Με πόση έπαρση θα περιφέρονται
ακόμα οι θνητοί,
πότε η ορμή του αίματος
θα πυρακτώσει το κορμί
που φυλακή τους έγινε
και ήλιος κανένας δεν το θέλει,
Καμμιά κραυγή δεν άνοιξε ρωγμές
στο μισοσκόταδο του κόσμου,
καμμιά απειλή
τον έρωτα δεν έκοψε στα δυό,
μήτε η πορφυρή βροχή
έγινε πάλι σύννεφο,
Πότε θα πλημμυρίσουν
οι φλέβες των θνητών
με άγουρους καρπούς
αφήνοντας να ωριμάσει μέσα τους η τρέλλα,
πότε οι λέξεις θα εκραγούν
και πέρασμα θα γίνουν
για αποδημητικά πουλιά,
πότε η στείρα έρημος
θα συνηθίσει τον καθαρό αέρα,
Καμμιά σφαγή, καμμιά συναλλαγή
κανένας θάνατος βουβός
τα μάτια δε σφαλίζει του μικρού θεού
όταν παρηγορεί με όνειρα τις νύχτες.