(. . .) Τα `Οπτικά` και τα `Κατοπτρικά` του Ευκλείδου αποτελούν δύο από τα πιο αρχαία μνημεία της μαθηματικής φυσικής. Η ελληνική αρχαιότητα εγκαινίασε, πρώτη αυτή, την επιστήμη της οπτικής, και συγκρότησε έτσι μια θεωρία φαινομένων της οράσεως πάνω σε μια συλλογιστική καθαρά γεωμετρική, που πορίσθηκε λογικά από έναν συγκεκριμένο αριθμό δεδομένων της κοινής εμπειρίας. Τα έργα του Ευκλείδου `Οπτικά` και `Κατοπτρικά` είναι σχεδόν άγνωστα στο ελληνικό κοινό, κι αυτό οφείλεται αφενός μεν στην τάση που επικρατεί στη χώρα μας, ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες, να μην προβάλλεται το αρχαίο ελληνικό πνεύμα στο βαθμό που θα έπρεπε, αλλά και στην τάση να θεωρούνται άξια προσοχής και μελέτης μόνο επιτεύγματα Αρχαίων Ελλήνων θεωρητικών επιστημόνων και λογοτεχνών (ποιητών, τραγωδών, ρητόρων, πολιτικών και ιστορικών) ενώ παρακάμπτονται τα ισάξια έργα των Αρχαίων Ελλήνων θετικών επιστημόνων (μαθηματικών, αστρονόμων, γεωγράφων, φυσικών φιλοσόφων, φαρμακολόγων και ιατρών). Οι δύο αυτές πραγματείες του Ευκλείδου επανεκδόθηκαν το Βυζάντιο κατά τον 10ο αιώνα και έπρεπε, δυστυχώς, να μεσολαβήσει ένα διάστημα 1000 ετών για να εκδοθούν και πάλι στην Ελλάδα. Είναι επομένως δικαιολογημένη η χαρά και η υπερηφάνεια που αισθανόμαστε για την πραγματοποίηση της μνημειώδους αυτής εκδόσεως. [Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]