«Καθώς πλησίαζε, κατάλαβα ότι ήταν μεθυσμένος, αλλά εγώ δεν είχα πρόβλημα μ’ αυτό. Ποτέ δεν είχα πρόβλημα μ’ αυτό: όχι μόνο είχα πάρει πολλούς αλκοολικούς πελάτες, αλλά κι είχα εξοικειωθεί στον αλκοολισμό χάρη στον πατέρα μου. Κάποιες από μας αρνούνταν να δουλέψουν με μεθυσμένους, δεν άντεχαν αυτή τη βία που βγάζει το αλκοόλ στους άνδρες. Χώρια που οι μεθυσμένοι δεν έχουν καλή στύση και τους παίρνει πολλή ώρα να τελειώσουν. Όμως ο Άνδρας με τη Μαύρη Ομπρέλα ήταν τόσο όμορφος, που δε μ’ ένοιαζε αν ήταν μεθυσμένος. Όταν έχεις κουραστεί να κάνεις έρωτα με την ασχήμια, το να πέσεις σ’ έναν πελάτη με φιλντισένιο χαμόγελο που σου λέει πόσο όμορφη είσαι μες στη βροχή και κάτω απ’ το μπαλκόνι σου, κι έχει την πρόνοια να μη μνημονεύσει τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, αυτό είναι λαχείο.»