Κάποτε οι θεοί συναντήθηκαν με τους ανθρώπους· γίνανε μάλιστα ομοτράπεζοι και ομόκλινοι. Όμως αυτή η συναναστροφή είχε ένα όριο· οι θνητοί δεν έπρεπε να το ξεπεράσουν, γιατί κάθε υπέρβασή του ήταν "ύβρις" και η τιμωρία ερχόταν πάντα σε χρόνο απροσδιόριστο. Η μυθολογική αλλά και η ποιητική αλήθεια το βεβαιώνουν. Πόση "πραγματικότητα" υπάρχει σ' αυτήν την αλήθεια δεν έχει σημασία. Σημασία όμως έχει πως αυτή η αλήθεια περιέχει σοφία και γίνεται -είτε με τον τρόπο της αποδοχής είτε της αποφυγής- πυξίδα για τα μετέπειτα γένη των ανθρώπων. Τα πρόσωπα σε τούτα τα μυθολογικά αφηγήματα είναι προϊόντα έμπνευσης και τύχης. Η έμπνευση έφερε μόνο τα δύο μυθολογικά ζευγάρια: το χθόνιο (Θησεύς και Αριάδνη) και το υποχθόνιο (Πλούτων και Περσεφόνη). Η τύχη έβγαλε τα υπόλοιπα από τις ακροστιχίδες των τεσσάρων ονομάτων. Έτσι εμφανίστηκαν: η τυμπανοχαρής Ρέα, η δισυπόστατη Ινώ-Λευκοθέα, η φιλέρημη και μοναχική Εκάτη, ο υβριστής του θεού Σαλμωνεύς, ο θεολόγος Ορφεύς με τη μαγική του λύρα, η κόρη του Διός Ελένη, ο Υάκινθος, το αγόρι-ανθός, και άλλες μυθολογικές μορφές που φθάνουν και στον παροντικό χρόνο με τις επικλήσεις της αφηγήτριας.