Η εποχή κατά την οποία εκδίδεται η Ανθολογία, εκτός από μεταβατική σε επίπεδο κοινωνικοπολιτικό, είναι και ιδιαίτερα κρίσιμη για τη νεοελληνική λογοτεχνία, καθώς η πεζογραφία ακολουθεί μια ενδιαφέρουσα διαδρομή προς την ενηλικίωσή της, δίνοντας αξιόλογα έργα, ενώ, παράλληλα, κυοφορείται η εμφάνιση της ιδιαίτερα στιβαρής και σύνθετης Γενιάς του Τριάντα. Σε παρόμοια κρίσιμη φάση εξέλιξης βρίσκεται και η νεοελληνική γλώσσα, καθώς μετά την κατάκτηση της δημοτικής εκκρεμεί η έστω προσωρινή παγίωσή της, με αποτέλεσμα να επικρατεί ακόμη μεγάλη ποικιλότητα και πολυτυπία. Η σπουδαιότητα της Ανθολογίας, που συνιστά για την εποχή της την πύλη προς την ιστορία και τα υπο-είδη του διηγήματος, είναι περίπου αυταπόδεικτη, αφού επικυρώνει την πορεία που ακολούθησε ο αφηγηματικός λόγος και ενδεχομένως έχει συμβάλει στη δημιουργία του κανόνα. Επιπλέον, όσον αφορά το δικό μας παρόν, καθώς η Ανθολογία είναι εκ των πραγμάτων ένας χάρτης της πεζογραφικής παραγωγής του παρελθόντος και κιβωτός, της γλωσσικής εξέλιξης, η επανέκδοσή της, με την ασφάλεια που παρέχει η αναδρομική κριτική, μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη για τη μελέτη της διαδρομής της νεοελληνικής πεζογραφίας, για την οποία το ενδιαφέρον και συνακόλουθα η βιβλιογραφία τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί.
Στην παρούσα επανέκδοση, που γίνεται για φιλολογικούς και ιστορικούς λόγους, αποκλείστηκε εξαρχής η επιλογή της φωτοαναστατικής αναπαραγωγής, κυρίως γιατί η Ανθολογία βρίθει λαθών, τυπογραφικών και προπάντων πραγματολογικών, λιγότερο στα κείμενα και περισσότερο στα βιογραφικά σημειώματα των συγγραφέων, που προτάσσονται των κειμένων τους, τα οποία κρίθηκε σκόπιμο να διορθωθούν.
Στόχος των επιμελητών της Ανθολογίας, πέρα από τη σιωπηρή αποκατάσταση των λαθών, υπήρξε και η ανίχνευση της πορείας που ακολούθησε ο ανθολόγος, καθώς και η αναζήτηση της εμβέλειας του εγχειρήματός του. Επομένως, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε εξαρχής στη συστηματική αναζήτηση στοιχείων σχετικών με τον τρόπο συγκρότησης της Ανθολογίας, τα έντυπα