DEUS SIVE NATURΑ
Όταν μετά από πολλά χρόνια
τα χρυσόψαρα σπάσουν τη γυάλα
ένα κορίτσι θα παίζει τυφλόμυγα
κι ένα αγόρι θα κυλάει το τσέρκι
ο δρόμος γεμάτος ψαροκόκαλα
η στέγη μου ξεδοντιασμένη.
Απόπειρα να πρασινίσει η ερημιά
και να γονατίσουν οι θάλασσες
κι ο κάλυκας στο δίπλα οικόπεδο
θα γυροφέρνει μια μυρμηγκοφωλιά
αγριομέλισσες σε παράταξη μάχης
ανάσκελα στο χορτάρι ο Spinoza
κοιτώντας με κιάλια τον Θεό.
Κι εγώ θ’ αμολάω το μαύρο σκυλί
να ρεγουλάρει την κατάσταση.
ΤΟ ΔΟΚΑΝΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Το ψάρι ολούθε έμπαζε νερά
όπως και το αίμα κάτουρο
κατάπιε το κέρμα ο ουρανός
έτσι που εμβρόντητη η φύση
αναθεωρούσε τη στάση της.
Το χαμομήλι ακροβολιζόταν
δίπλα στη σβηστή πανσέληνο
ακόμα κι η μνήμη συμφωνούσε
πως έπρεπε να εκσυγχρονιστεί.
Η γη λαθρέμπορος του θανάτου
χλεύαζε την αναίδεια των στιγμών
και τότε ξαφνικά η λεωφόρος
γέμισε ανισόπεδα γυμνά πτώματα.
Το μέλλον φάλαγγα κωφάλαλων
γλιστρά στην τσέπη με τις ραφές
το παρόν ιχνηλάτης του τίποτα
φτύνοντας στο χώμα μοναξιές.
Μια σιλουέτα μπήκε στο δωμάτιο
κι αναποδογύρισε όλο το παρελθόν.