"Χάσαμε τις δουλειές μας, χάσαμε τα σπίτια μας, χάσαμε τη ζωή μας - γιατί να μη χάσουμε και τη μνήμη μας; Γιατί; Γιατί μας πήραν όλα τ' άλλα και μας άφησαν τη μνήμη; Γιατί δεν την άρπαξαν κι αυτή;"
Το "Καλό θα 'ρθει από τη θάλασσα" είναι το πρώτο μέρος μιας τριλογίας διηγημάτων για τους εμφύλιους που διεξάγονται σ' ένα νησί του Αιγαίου. Η Άρτεμη και ο Σταύρος, που πετάνε χαρταετό τον Ιούλιο, πάνω στα αποκαΐδια ενός καμένου ονείρου, ο Χρόνης στο καρότσι, που πολεμάει με ζωντανούς και αναστημένους εφιάλτες, ο Τάσος, που χάνεται χορεύοντας έξω από μια σπηλιά, ο Λάζαρος το Τόξο, που το στόμα του αγαπάει το όνομα του γιου του: τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν είναι εσωτερικοί μετανάστες - άνθρωποι, δηλαδή, που τα τελευταία χρόνια εγκατέλειψαν αναγκαστικά την Αθήνα ή άλλες μεγάλες πόλεις και εγκαταστάθηκαν στο νησί, παλεύοντας να σταθούν ξανά όρθιοι, να ξεφύγουν από ένα παρελθόν που αλλάζει διαρκώς και ένα μέλλον που μοιάζει αδιέξοδο για όλους. Στην προσπάθειά τους αυτή θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους ντόπιους κατοίκους, αφιλόξενους απέναντι στους "ξενομπάτες", θα θέσουν σε δοκιμασία τις μεταξύ τους σχέσεις, θα αναμετρηθούν με τα φαντάσματα του χθες, αλλά και με τον φόβο και την αγωνία για το αύριο. Άνθρωποι σαν κομμένες γέφυρες, που αγωνίζονται να φτιάξουν από την αρχή τον εαυτό τους, τη ζωή τους, μια νέα χώρα, μια νέα πίστη, έναν καινούργιο κόσμο. Γιατί η αρχή δεν είναι ποτέ πίσω μας. Η αρχή είναι πάντα μπροστά μας.