Πάει πολύς καιρός που το γέρικο σκιάχτρο ζει ξεχασμένο σ’ ένα χωράφι που δεν καλλιεργείται πια. Η ζωή του είναι άδεια και νιώθει άχρηστο. Είναι ολομόναχο, χωρίς ούτε ένα φίλο και πικραίνεται που κανείς δεν του μιλά, κανείς δεν το νοιάζεται, ούτε το υπολογίζει. Κι ας ήταν πιο τρανό κι από στρατηγό όταν προστάτευε την σοδειά. Ακόμα και τα πουλιά που κάποτε έτρεμαν μόλις το έβλεπαν, τώρα άφοβα πάνω του ξαποσταίνουν ή κουρνιάζουν.
Αλλά έχει κι αυτό καρδιά και θέλει συντροφιά. Έχει κι αυτό όνειρα και λαχταρά να δει άλλα μέρη. Μα πώς να ταξιδέψει έτσι «καρφωμένο» στο χώμα; Ένα φθινοπωρινό πρωί, ανέλπιστοι φίλοι θα του προσφέρουν το πρώτο και μοναδικό ταξίδι της ζωής του.
Μια τρυφερή ιστορία για τον χρόνο που περνά, την ζωή που αλλάζει, τα όνειρα που δεν τελειώνουν, την δύναμη της έγνοιας για τον άλλο.