Στην αυτοβιογραφία του Βαγγέλη Σούκα, του παιδιού από το Κομπότι της Άρτας που αναγκάστηκε να γίνει προστάτης οικογένειας από τα δεκατέσσερα χρόνια του, θα βρείτε έναν αγωνιστή της ζωής που ανέβασε την τέχνη του κλαρίνου σε απρόσμενα ύψη. Ονειρευόταν να έρθει στην Αθήνα για "να κάνει πλάκες", να φτιάξει όνομα, να μην ξαναδοκιμάσει την πείνα της Κατοχής και την καταφρόνια που αντιμετώπιζαν οι μουσικοί. Τόλμησε να κλέψει την καλύτερη του χωριού και έφτιαξε την οικογένειά του ανάμεσα σε πολλές δυσκολίες. Αγωνίστηκε για να χαρούν τα παιδιά του όσα αυτός δε χάρηκε. Διδάχτηκε και δίδαξε, αδίκησε και τον αδίκησαν, τον λάτρεψαν και τον φθόνησαν, όμως πάντα του ήταν αυτό που έδειχνε: ένας ασυμβίβαστος και ακούραστος εργάτης, πότε γεμάτος πίστη στο Θεό αλλά και κάποτε -σε στιγμές αβάσταχτης δυστυχίας- γεμάτος αγανάκτηση. Είτε είστε μουσικός είτε όχι, θα βρείτε σε αυτή την αληθινή ιστορία ό,τι έχει αγγίξει ή πρόκειται να αγγίξει τις πιο ευαίσθητες χορδές της καρδιάς και του μυαλού σας. Θα γίνεται καλύτεροι άνθρωποι. Και όπως συμβουλεύει κάπου και ο ίδιος ο βιογραφούμενος: "Μην παρατήσετε το όργανο γιατί θα σας παρατήσει πρώτο αυτό!"