Στο Α’ Μέρος, το βιβλίο αυτό ασχολείται με την απαστράπτουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία, εκθειάζοντας τον διακριτό ρόλο βυζαντινών πριγκιπισσών, οι οποίες άνοιξαν δρόμους επικοινωνίας με λαούς βαρβαρικούς, στους οποίους μεταλαμπάδευσαν τον πολιτισμό του Βυζαντίου, προωθώντας τη σκέψη μιας πνευματικής δημιουργίας, η οποία τους οδήγησε στην αλλαγή των δομών του κοινωνικού τους βίου και στην πραγμάτωση σημαντικών τεχνικών επιτευγμάτων.
Το Β’ Μέρος αναφέρεται στις πραγματικές εθνικές μας ρίζες, επισημαίνοντας ότι η κλασική Αρχαία Ελλάδα, το αυτοκρατορικό Βυζάντιο της μεσαιωνικής περιόδου και η σημερινή σύγχρονη Ελλάδα αποτελούν μια ευθεία με αδιάλειπτη ιστορική διαδρομή μέσα στους αιώνες, όπου στον πυρήνα αυτού του υπερτρισχιλιετούς οδοιπορικού αδιαλείπτως βρίσκεται ένας, και μόνον ένας λαός: οι Έλληνες.
Ενδεικτική της παραπάνω αναφοράς η απάντηση του Θεοδ. Κολοκοτρώνη στον Γερμανό περιηγητή Γκέρμπενιτς, όταν εκείνος τον ρώτησε γιατί φοράει περικεφαλαία αντί για φέσι.
«Γιατί περικεφαλαία φορούσε ο Μιλτιάδης στον Μαραθώνα και ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες», του είπε ο Κολοκοτρώνης. Και συμπλήρωσε: «Και η Επανάστασή μας σκοπό έχει να ξανακάνει τον δούλο ραγιά, Έλληνα!»