Οι "Υποδειγματικές Νουβέλες" εκδόθηκαν το έτος 1613. Συνιστούν την απαρχή της σύντομης διήγησης στην καστιλλιάνικη λογοτεχνία και διέπονται από τα τεχνοτροπικά γνωρίσματα τα οποία η εποχή εκείνη αποδίδει στον όρο νουβέλα. Ο Μιγκέλ δε Θερβάντες στον πρόλογο του έργου του γράφει: "... μόχθησε το μυαλό μου κι έτσι πορεύτηκα και ξέρω ότι είμαι ο πρώτος που έγραψε νουβέλες στη γλώσσα της Καστίλλης... τις γέννησε ο νους μου και τις φανέρωσε η πένα μου". Ύστερα, θα προσθέσει: "Ονόμασα τις νουβέλες υποδειγματικές, γιατί απ' όλες μπορείς να διδαχθείς... Πεθύμησα να προσφέρω στην απέραντη Δημοκρατία μας ένα παιγνίδι. Μ' αυτό, καθένας θα ψυχαγωγείται, δίχως το φόβο μιας άστοχης βολής. Θέλω να πω, δίχως να ζημιωθεί η ψυχή ή το κορμί του... Δε λειτουργιόμαστε όλη την ώρα μες στις εκκλησίες, δεν προσευχόμαστε συνέχεια μες στα παρεκκλήσια, δεν καταγινόμαστε πάντα με υποθέσεις σημαντικές. Υπάρχουνε στιγμές ανάπαυλας και τότες ξαποσταίνει κάθε τυραγνισμένος νους". Οι δώδεκα νουβέλες του βιβλίου διαφέρουν αναμεταξύ τους. Κάποιες συγγενεύουν με ιταλικά πρότυπα. Άλλες, αποτελούν μια εμβάθυνση ψυχολογική, κοινωνική και τεχνοτροπική. Όλες είναι σύντομα αριστουργήματα, τα οποία συνέλαβε η ιδιοφυΐα του Θερβάντες.