Ζεῖ ὁ Κὺρ Ἀλέξανδρος; Δύο φίλοι ἀσκοῦνται πάνω στὸ διφωνικὸ αὐτὸ δοκίμιο σὰν νὰ αὐτοσχεδιάζουν σὲ μιὰ σύνθεση γιὰ τέσσερα χέρια στὸ πιάνο. Ἡ σπουδή τους ἀναφέρεται στὸ ἔργο τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ στὴ σχέση αὐτοῦ τοῦ ἔργου μὲ τὸν κόσμο ὅπου ζοῦμε. Οἱ συγγραφεῖς του προστρέχουν στὸ ἔργο του γιατὶ θεωροῦν ὅτι ὁ Παπαδιαμάντης ἔχει νὰ πεῖ πράγματα σημαντικὰ καὶ καίρια γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Ἡ συνομιλία τους ἑδράζεται πάνω σὲ αὐτὰ τὰ πράγματα. Δὲν κάνουν ἔρευνα. Δὲν προτείνουν νέες ἑρμηνεῖες. Ἀπολαμβάνουν ἀπὸ κοινοῦ τὴ φρεσκάδα, τὴ ζωντάνια, καὶ προπαντὸς τὴν ἐπικαιρότητα τοῦ ἔργου τοῦ ἀγαπημένου τους συγγραφέα.
Ζεῖ ὁ Κὺρ Ἀλέξανδρος; ἀναρωτιοῦνται οἱ δύο φίλοι διασταυρώνοντας τὶς ἀναγνώσεις τους. Ἐκ πρώτης ὄψεως πολλὰ τοὺς χωρίζουν. Ἐμπειρίες ζωῆς, σπουδές, γλωσσικὸ περιβάλλον. Τοὺς ἑνώνει ὅμως τὸ κοινὸ ζητούμενο ποὺ προβάλλεται στὸ ἐρώτημα καὶ ἡ βαθιὰ καὶ πολύχρονη ἀγάπη τους γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Παπαδιαμάντη. Δὲν ἀναρωτήθηκαν ἂν δύο τόσο ἀνόμοιοι μεταξύ τους συγγραφεῖς θὰ κατάφερναν νὰ κάνουν ἕναν εἰλικρινὴ καὶ οὐσιαστικὸ διάλογο, γιατὶ δὲν ἀμφέβαλαν ποτὲ γιὰ τὴν ἔκβασή του. Γιατὶ δὲν ἔπαψαν νὰ νιώθουν μέσα τους ὅτι αὐτὸ τὸν διάλογο τὸν κατεύθυνε ἡ κοινή τους πεποίθηση γιὰ τὴν παγκόσμια ἀξία τοῦ Παπαδιαμάντη.
Ὅσο γιὰ τὸν πυρήνα τοῦ ἐρωτήματος, ἂν τὸ ἔργο του ζεῖ πραγματικὰ ἢ ὄχι, ἡ ἀπάντηση ἐμπεριέχεται στὸ ἐγχείρημα: ζεῖ, ὅσο μᾶς βοηθάει νὰ διαλογιζόμαστε μὲ τὸν κόσμο μας καὶ νὰ ὑπερβαίνουμε τὶς διαφορές μας σὰν ἄνθρωποι.