Το έργο τούτο παριστά μιαν ομαδική προσπάθεια να αναχθούν σε αντικείμενο ιδιαίτερης δογματικής θεωρήσεως διάφορες πτυχές, οι βασικότερες κατά το δυνατόν, του δικαίου της παραγραφής και να συναρθρωθούν οι αυτοτελείς κατά τα λοιπά μελέτες αυτές σε ένα οργανικά ενιαίο έργο, που την ενότητα προσδίδει η ταυτότητα της σκοπιάς, απ' την οποία αντικρίζονται τα κατ' ιδίαν ερευνώμενα ζητήματα. Κι αυτή δεν είναι, βέβαια, άλλη απ' εκείνην των προϋποθέσεων και της ενάργειας της παραγραφής κάθε επί μέρους τύπου αξιώσεως.
Χωρίς, τώρα, να ελλείπουν εντελώς στοιχεία δικαιοπολιτικής κριτικής και μεταρρυθμιστικών προτάσεων ως προς το ισχύον στη Χώρα μας δίκαιο της παραγραφής, δεν απετέλεσε πάντως πρωταρχικό σκοπό της εκδύσεως του παρόντος τόμου η ένταξή της στη διεθνώς επικρατούσα κατά τα τελευταία έτη έντονη τάση για μια να ρύθμιση του δικαίου της παραγραφής, εκδηλούμενη κυρίως στις "Αρχές για το Ευρωπαϊκό Δίκαιο των Συμβάσεων" (Principles of European Contract Law) της Επιτροπής Lando και στο "Κοινό Πλαίσιο Αναφοράς" (Common Frame of Reference). Η μεγάλη πρακτική σημασία του θεσμού, η ελλιπής μέχρι τώρα στη Χώρα μας δογματική επεξεργασία του και, ασφαλώς, η κατά τα άνω έντονη σε ευρωπαϊκό επίπεδο κινητικότητα γύρω απ την ανάγκη μιας νέας ρυθμίσεώς του ήταν λόγοι επαρκείς για να παρωθηθεί κανείς σε μια προσπάθεια επίκαιρης κατανοήσεως του ελληνικού δικαίου της παραγραφής και εμβαθύνσεως στα σπουδαιότερα, κατά το δυνατόν, ζητήματα που συνέχονται με τη λειτουργία του θεσμού.
Καθένας απ τους συγγραφείς του παρόντος τόμου εργάσθηκε με απόλυτη αυτονομία. Ευθύνη συνεπώς αλλά και έπαινος για την επιστημονική αξία της συμβολής του αποτελούν υπόθεση αποκλειστικά προσωπική του. Η αυτοδυναμία αυτή, η οποία εξωτερικά εκφράζεται με την αναγραφή του ονόματος του κάθε συγγραφέα σε κάθε σελίδα της προσωπικής του συμβολής, παρέχει συγχρόνως και την εξήγηση γιατί εδώ δεν θα μπορούσε να υπάρχει απόλυτη ουσιαστική εναρμόνιση των διαφόρων απόψεων που διατυπώνονται στο πλαίσιο του παρόντος έργου.
Θ